Η Ιαπωνία, όπως και οι ΗΠΑ, παραμένει μία από τις λίγες χώρες της G7 όπου η θανατική ποινή εξακολουθεί να ισχύει. Η μέθοδος που χρησιμοποιείται είναι ο απαγχονισμός, όμως η εφαρμογή αυτής της ποινής έχει δεχθεί έντονη κριτική για την ανθρωπιστική του διάσταση. Συχνά, οι καταδικασμένοι ειδοποιούνται μόνο μερικές ώρες πριν την εκτέλεση τους, γεγονός που προκαλεί μεγάλη ανησυχία σχετικά με τις συνθήκες υπό τις οποίες βιώνουν την αναμονή του θανάτου τους.
Ο νέος υπουργός Δικαιοσύνης της Ιαπωνίας, Χιντέκι Μακιχαρά, εξέφρασε τη στήριξή του στη διατήρηση της θανατικής ποινής, χαρακτηρίζοντας ανάρμοστη την κατάργησή της, ειδικά μετά την αθώωση του Ιουάο Χακαμάντα, ο οποίος πέρασε 46 χρόνια υπό κράτηση περιμένοντας τη θανατική του ποινή. Ο Μακιχαρά δήλωσε ότι η επιβολή της ποινής είναι απαραίτητη, καθώς συνεχίζουν να διαπράττονται «ιδιαζόντως ειδεχθή εγκλήματα».
Την περασμένη εβδομάδα, ο Χακαμάντα, που αθωώθηκε για την κατηγορία της τετραπλής δολοφονίας, έγινε θέμα συζήτησης, καθώς οι δικαστές έκριναν τα τεκμήρια εναντίον του ως «κατασκευασμένα» και τις ανακρίσεις που είχε υποστεί ως «απάνθρωπες». Ο Χακαμάντα είναι ο πέμπτος καταδικασμένος σε θάνατο για τον οποίο η υπόθεση του εξετάστηκε εκ νέου μετά τον πόλεμο, και στις προηγούμενες περιπτώσεις υπήρξαν επίσης αθωωτικές αποφάσεις.
Το 2022, τρεις θανατοποινίτες προσέφυγαν στη δικαιοσύνη, προκειμένου να σταματήσουν τις εκτελέσεις δι’ απαγχονισμού, καταγγέλλοντας τη σκληρότητα της ποινής. Η πλειοψηφία της κοινής γνώμης στη χώρα υποστηρίζει τη θανατική ποινή, με τον Χιντέκι Μακιχαρά να προαναγγέλλει ότι θα είναι προσεκτικός πριν αποφασίσει για την εκτέλεση οποιουδήποτε θανατοποινίτη.
Η πιο πρόσφατη εκτέλεση θανατοποινίτη στην Ιαπωνία ανάγεται στο 2022, ασκώντας εντονότερη πίεση για τη συζήτηση γύρω από το μέλλον της θανατικής ποινής στη χώρα. Πηγή: news.gr